-
1 περινοέω
A contrive cunningly, Ar.Ra. 958 ; μεγάλα ταῖς ἐλπίσι π. form great projects, Plu.Phoc.14 ; τὴν αὐτοκράτορα ἀρχὴν π. meditate empire, Philostr.VA5.27 ; περινοησάτω ὅπως .. prob. in Diocl.Com. 14:—[voice] Pass.,περινενοημέναι ἔννοιαι Hermog.Id.2.9
, cf. 5.II consider on all sides, consider well, study carefully, Epicur.Nat.11.6;πάντα τὸν κίνδυνον Plu.Brut.13
, cf. Hierocl. in CA23p.469M.; understand a thing, M.Ant.1.7, S.E.M.2.9.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περινοέω
См. также в других словарях:
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek